Προσκόλληση- Συναισθηματικό δέσιμο παιδιών με γονείς
Μαριάννα Λαγουμίδη. Σύμβουλος παιδιού, εξειδικευμένη στη δυσλεξία
Δύσκολες είναι οι μέρες που περνάει η Ελλάδα. Ειδικά οι γονείς βιώνουν υπερβολικό άγχος που ξεκινά από την «τσέπη» τους και εκφράζεται με τις συζητήσεις, λόγω της φτώχιας, της απόλυσης και της πλήρους ανασφάλειας για το σήμερα και για αυτό που έρχεται αύριο. Την ίδια στιγμή, τα παιδιά τους ακούνε και αρχίζουν να φοβούνται. Νιώθουν ότι το ενδιαφέρον και ο κοινός χρόνος με τους γονείς λιγοστεύει, όπως και ο ισχυρός συναισθηματικός δεσμός που είχαν αναπτύξει μεταξύ τους.Και μετά, τι; Το παιδί, από τον 7ο μήνα της ζωής του διαμορφώνει το φαινόμενο της προσκόλλησης με την μητέρα, ως προστάτης και ως τροφός. Από το 13ο-18ο μήνα, η προσκόλληση κορυφώνεται. Αρχίζει να υποχωρεί σταδιακά έως την ηλικία των 3 ετών. Η υπερνίκηση του άγχους του αποχωρισμού σηματοδοτεί την συναισθηματική ανεξαρτητοποίηση, την αυτοπεποίθηση και την ωριμότητά τού παιδιού. Ο πατέρας λειτουργεί ως υποκατάστατο της μητέρας ή έχει ρόλο υπερπροστασίας.
Δένεται λοιπόν το μωράκι με τον κάθε γονιό -καθώς η μητέρα το θηλάζει, το καθαρίζει, το αγκαλιάζει, καθώς το βλέπει και το αγγίζει ο πατέρας. Έρευνες και στην Ελλάδα και την Αγγλία έχουν φτάσει στα ίδια πορίσματα.
Βέβαια, οι οικογενειακές συνθήκες είναι δυνατόν να τροποποιήσουν την φυσιολογική πορεία αποχωρισμού του βρέφους από «τον ομφάλιο λώρο» που προσφέρει το παραπάνω μοντέλο. Η πολύμηνη παραμονή σε θερμοκοιτίδα, η ορμονική διαταραχή της μητέρας, η δυσκολία θηλασμού, προκαλούν προβλήματα. Αυτά ξεπερνιούνται με μελλοντική εντατική προσπάθεια και ενίσχυση της εσωτερικής βεβαιότητας του παιδιού, με τη βοήθεια του ψυχολόγου.
Σήμερα, η επαγγελματική αβεβαιότητα του γονιού και οι οικονομικές δυσκολίες του προκαλούν ή την υπερκάλυψη των αναγκών του παιδιού με ευτελή και πολλά μικροδωράκια ή νευρωτικό άγχος.
Και στις δύο περιπτώσεις, δεν μειώνεται ούτε η προσκόλληση ούτε η ανασφάλεια της βρεφικής ηλικίας. Το υπερεξαρτημένο 3χρονο παιδί δεν κάνει τίποτα μόνο του. Για την ολοκλήρωση οποιασδήποτε διαδικασίας ή παιχνιδιού, ζητά τη βοήθεια των ενηλίκων, ακόμη και όταν είναι περιττή, προσπαθεί να εξασφαλίσει σωματική επαφή με τη μητέρα. Δεν εννοούμε φυσιολογικές εκδηλώσεις αγάπης π.χ. μια αγκαλιά κάποια στιγμή, αλλά αγκαλιά κατά τη διάρκεια όλης της μέρας, επιδιώκει να είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ενηλίκων, αναζητά την επιβεβαίωση από τους γονείς. Το παιδί δεν εμπιστεύεται τις δυνάμεις του και έχει έντονη ανάγκη συναισθηματικής υποστήριξης και ενθάρρυνσης για κάθε πράξη του και προβάλλει υπερβολική άρνηση και ανικανότητα να μείνει μόνο του. Αρνιέται να περάσει κάποια στιγμή χωρίς την οπτική επαφή κάποιου συγγενικού του προσώπου.
Άραγε τι αντιλαμβάνεται το παιδί και αντιδρά έτσι; Νομίζει ότι επειδή ξοδεύουν λιγότερα χρήματα οι γονείς και συζητάνε συνήθως άλλα θέματα κι όχι του παιδιού τους, σταματάνε να το αγαπάνε; Σίγουρα όχι. Το παιδί έχει ανάγκη του κοινού ποιοτικού χρόνου με τον κάθε γονιό και της αγάπης του.
Προσοχή: αποφύγετε την υπερπροστασία γιατί ενισχύει την εξάρτηση και ευνουχίζει συναισθηματικά το παιδί, γεμίζοντάς το φόβους, ανασφάλεια και ανικανότητα να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα μόνο του.
Ακόμη περισσότερο, επιβραβεύστε τις προσπάθειες του παιδιού όταν κάνει κάτι μόνο του.
Εξηγείστε με λίγα και απλά λόγια την δυσκολία που παρουσιάστηκε στην οικογένειά σας, τις συνέπειες και τον τρόπο που θα «λειτουργούν» τα μέλη της. Ας υποδείξετε στο παιδί με ποιο τρόπο θα στηρίζεται στον εαυτό του, έχοντας πάντα τους γονείς ως βοηθούς. Μην υπερβάλετε, μην χρησιμοποιείτε άγνωστες λέξεις ή στομφώδεις εκφράσεις όταν μιλάτε. Εξάλλου, κι άλλες στιγμές στην ιστορία της χώρας μας υπήρξαν δυσκολίες και οι περισσότεροι επιβίωσαν.
Μην κατακρίνετε ή αμφισβητείτε την ανάγκη του για ασφάλεια, γιατί είναι μικρό και τώρα «χτίζει» τη σχέση με τους γονείς του. Ακόμη και στη βρεφική ηλικία, πολύ δε περισσότερο στην πρώτη παιδική, ας εξηγήστε στο παιδί το κάθε γεγονός. Κι όταν είστε στο σπίτι, αφήστε το για λίγο χρόνο να παίξει μόνο του. Μην του το επιβάλλετε -το διεκδικεί μόνο του!
Όταν πρόκειται να φύγετε από το σπίτι, υπενθυμίζετε και διαβεβαιώνετε, ότι «η μαμά πρέπει να πάει να δουλέψει για να αγοράσει μπανάνες. Αργότερα θα είμαι πάλι μαζί σου».
Με την επανάληψη, το παιδί βιώνει την ίδια κατάσταση και σιγά-σιγά την κατανοεί. Ας φροντίσουμε να μην «κοροϊδεύουμε» το παιδί. Μην του λέμε ότι θα επιστρέψουμε αμέσως όταν πρόκειται να καθυστερήσουμε. Αυξάνουμε έτσι την ανασφάλειά του και προσκολλάται περισσότερο λόγω της έλλειψης σιγουριάς. Και δεν ξέρει τι και ποιον να πιστέψει.
Ακόμη κι αν γκρινιάσει λίγο με την αναχώρησή μας, όμως θα σταματήσει σύντομα. Εμείς να είμαστε σταθεροί και ψύχραιμοι.
Σε γενικά πλαίσια, είναι ανάγκη να δώσουμε χρόνο και χώρο στο παιδί να αναπτυχθεί, να γίνει «δυνατό». Να χτίσουμε μαζί του τέτοια σχέση που σαν στόχο δεν έχει την εξάρτηση και την προσκόλληση αλλά τη σωστή επικοινωνία και τη συναισθηματική ασφάλεια.